αὐτομολήσει

αὐτομολήσει
αὐτομόλησις
fem nom/voc/acc dual (attic epic)
αὐτομολήσεϊ , αὐτομόλησις
fem dat sg (epic)
αὐτομόλησις
fem dat sg (attic ionic)
αὐτομολέω
desert
aor subj act 3rd sg (epic)
αὐτομολέω
desert
fut ind mid 2nd sg
αὐτομολέω
desert
fut ind act 3rd sg
αὐτομολέω
desert
futperf ind mp 2nd sg
αὐτομολέω
desert
futperf ind act 3rd sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • Καμπότζη — Επίσημη ονομασία: Βασίλειο της Καμπότζης Έκταση: 181.040 τ. χλμ. Πληθυσμός: 12.775.324 (2002) Πρωτεύουσα: Πνομ Πενχ (999.804 κάτ. το 1998)Κράτος της νοτιοανατολικής Ασίας, στη χερσόνησο της Ινδοκίνας. Συνορεύει στα Δ και στα ΒΔ με την Ταϊλάνδη,… …   Dictionary of Greek

  • άρπαγος — (6ος αι. π.Χ.).Μήδος στρατηγός, στον οποίο ο βασιλιάς Αστυάγης είχε αναθέσει να σκοτώσει τον νεογέννητο εγγονό του Κύρο Β’, γιο της κόρης του Μανδάνης και του βασιλιά των Περσών Καμβύση Α’. Ο Ά. δεν πραγματοποίησε την εντολή του βασιλιά και… …   Dictionary of Greek

  • κατασκευαστός — ή, ό (Α κατασκευαστός, ή, όν) [κατασκευάζω] αυτός που έχει κατασκευαστεί ή που είναι δυνατόν να κατασκευαστεί, ο τεχνητός, εκείνος που δεν υπάρχει στη φύση αρχ. 1. εκείνος που ενεργεί σύμφωνα με τις οδηγίες ή τις εντολές κάποιου («ὁ κατασκευαστὸς …   Dictionary of Greek

  • Βαλεντίνος — I (Valentinus, 2ος αι. μ.Χ.). Γνωστικός από την Αίγυπτο. Σπούδασε στην Αλεξάνδρεια και κατόπιν, περίπου το 140 μ.Χ., εγκαταστάθηκε στη Ρώμη. Τις θεωρίες του γνωρίζουμε από κάποια αποσπάσματα που παραθέτει ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς, καθώς επίσης από… …   Dictionary of Greek

  • Λιβαδάριος — (μέσα 13ου – αρχές 14ου αι. μ.Χ.). Βυζαντινός στρατηγός με το αξίωμα του πρωτοβεστιάριου. Έδρασε την περίοδο βασιλείας του αυτοκράτορα Ανδρόνικου Β’ Παλαιολόγου (1282 1328) και είχε διοριστεί διοικητής του θέματος Νεοκάστρου. Όταν κάποτε… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”